Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟΔΩΡΟ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ 7 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2021 ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΧΙΑΛΟΥ ΓΙΑ ΤΑ 178 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ (4/2/1843)

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
«Φέτος γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821» 4 Φεβρουαρίου 2021 συμπληρώθηκαν 178 χρόνια από το θάνατο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Σήμερα λοιπόν θα ήθελα στη μνήμη του να αφιερώσω λίγα λόγια και να τελέσομε ένα μνημόσυνο στη μνήμη του.
Ρώτησαν κάποτε τον Κολοκοτρώνη:
-Εσύ, στρατηγέ, με ποιους πας; Είσαι αγγλόφιλος; -Όχι.
-Τότε, θα ’σαι γαλλόφιλος. -Ούτε.
-Είσαι μήπως ρωσόφιλος; -Ούτε αυτό.
-Μα τότε, λοιπόν, τι είσαι;
Κι ο Γέρος του Μωριά με τη συνηθισμένη του θυμοσοφία απάντησε:
-Εγώ ήμουν και θα είμαι πάντοτε Θεόφιλος. Γιατί σαν τον Θεό κανείς δεν αγαπά την Ελλάδα!
«Για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία».
Ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως «Γέρος του Μωριά».
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε 3 Απριλίου 1770, την Δευτέρα της Λαμπρής, σε ένα βουνό κάτω από ένα δέντρο, στην παλαιά Μεσσηνία, ονομαζόμενον Ραμαβούνι, όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του.
Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας. Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους. Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές.
Το 1780, ήταν 10 ετών, όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του. Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού Αικατερίνη Καρούσου. Το 1806, κατά τη διάρκεια του μεγάλου διωγμού των κλεφτών από τους κατακτητές, κατόρθωσε να διασωθεί και να καταφύγει στη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό κι έφθασε μέχρι το βαθμό του ταγματάρχη. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.
Στις 23 Μαρτίου του 1821 συμμετείχε στο υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στρατιωτικό σώμα που κατέλαβε την Καλαμάτα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Αμέσως μετά έβαλε σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στον Μωριά, γιατί αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να επικρατήσει η επανάσταση, όπως πίστευε. Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), που οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον Κολοκοτρώνη, τον επέβαλαν ως αρχηγό του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου.
Στη μάχη των Δερβενακίων (26 - 28 Ιουλίου 1822), όπου καταστράφηκε ο στρατός του Δράμαλη, αναδείχθηκε η στρατηγική του ιδιοφυία και η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον διόρισε αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων. Η ίδια, όμως, κυβέρνηση θα τον φυλακίσει στην Ύδρα, κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συρράξεων των ετών 1823 και 1824, όπου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Θα τον απελευθερώσει το Μάιο του 1825, όταν ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταστείλει την επανάσταση και θα του αναθέσει εκ νέου την αρχιστρατηγία του Αγώνα. Μετά του κλεφτοπολέμου και της «καμμένης γης», θα κατορθώνει να κρατήσει ζωντανή την επανάσταση μέχρι τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (7 Οκτωβρίου 1827).
Στο Ναύπλιο, μετά την αποφυλάκισή του, μίλησε ανεβασμένος σε μια πέτρα στο πλήθος: «Έλληνες! Πριν βγω στ’ Ανάπλι, έριξα στη θάλασσα τα πικρά τα περασμένα. Κάντε και σεις το ίδιο. Στο δρόμο που περνάγαμε για να ρθούμε στην εκκλησιά, είδα να σκάβουν κάποιοι άνθρωποι. Ρώτησα και μου είπαν πως σκάβουν να βρούνε κρυμμένο θησαυρό. Εκεί στο λάκκο μέσα ρίξτε και τα μίση τα δικά σας. Έτσι θα βρεθεί κι ο χαμένος θησαυρός».
Μετά την απελευθέρωση συντάχθηκε με τον Ιωάννη Καποδίστρια κι έγινε ένα από τα επιφανή στελέχη του Ρωσικού Κόμματος.
Κατά τη διάρκεια της Αντιβασιλείας διώχθηκε ως αντιβασιλικός και καταδικάσθηκε σε θάνατο το Μάιο του 1834. Μετά την ενηλικίωσή του, ο Όθωνας του χάρισε την ποινή, τον διόρισε σύμβουλο της Επικρατείας και τον ονόμασε αντιστράτηγο.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Κολοκοτρώνης τα πέρασε στην Αθήνα με την ερωμένη του Μαργαρίτα Βελισσάρη (η σύζυγός του είχε πεθάνει το 1820), στο ιδιόκτητο σπίτι του, στη γωνία των σημερινών οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα. Την ίδια περίοδο υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 1851 με τον τίτλο «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836» και τα οποία αποτελούν πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.
Από το γάμο του με την Αικατερίνη Καρούσου απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Πάνο (1798-1824), τον Γενναίο (1806- 1868), τον Κολλίνο (1810-1848) και την Ελένη, ενώ από τη σχέση του με τη Μαργαρίτα Βελισσάρη τον Παναγιωτάκη (1836-1893), τον οποίο αναγνώρισε με τη διαθήκη του.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 4 Φεβρουαρίου του 1843, λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από δεξίωση στα Ανάκτορα.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης περνάει στην Αιωνιότητα. Λίγους μήνες πριν πεθάνει γύρισε όλες τις γνώριμες περιοχές αποχαιρετώντας φίλους και γνωστούς, ζητώντας και παρέχοντας τη συγγνώμη του.
Ας παραδειγματιστούμε από την μεγάλη μορφή του Γένους μας σε αυτή την τόσο δύσκολη και αρνητική συγκυρία που περνάμε για την πατρίδα μας.
Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε κατά το μνημόσυνο που ετελέσθη για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη για τα 178 έτη από την κοίμησή του (4/2/1843), στην ενορία της Αγχιάλου μετά τη Θεία Λειτουργία 7/2/2021 από τον Πρωτοπρεσβύτερο Σωφρόνιο Σμαραγδάκη. Το κόλλυβο επιμελήθηκε η πρεσβυτέρα Δήμητρα Σμαραγδάκη.

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021

ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΥΦΩΝΑ 1η ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2021

Σήμερα η Αγία μας Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος. O Άγιος καταγόταν από τη Λάμψακο της Φρυγίας, προερχόταν από φτωχή οικογένεια και στη παιδική του ηλικία, έβοσκε χήνες για να ζήσει. Συγχρόνως όμως μελετούσε με ζήλο την Αγία Γραφή και εκτελούσε με ευλάβεια τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Έτσι, σιγά-σιγά ο Τρύφων με την ευσεβή φιλομάθεια του, κατόρθωσε όχι μόνο να διδαχθεί ο ίδιος, αλλά και να διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες της πίστεως του. Γρήγορα η ευσεβής ψυχή του δέχθηκε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και ο Θεός αξίωσε τον Τρύφωνα να θαυματουργεί. Όμως ο Άγιος θεράπευε όχι μόνο κάθε ασθένεια, αλλά και εξάγνιζε τις μολυσμένες από τα δαιμόνια ψυχές. Όταν ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε για τις θαυματουργικές ικανότητές του, τον παρακάλεσε να θεραπεύσει την άρρωστη κόρη του. O αυτοκράτορας προσπάθησε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του, προσφέροντας στον Άγιο αξιώματα και χρήματα, τα οποία όμως ευγενικά αρνήθηκε. Αργότερα προκλήθηκε διωγμός των Χριστιανών και ο Άγιος, επειδή δεν λάτρευε τους θεούς της ειδωλολατρικής θρησκείας συνελήφθη και τον έσυραν ενώπιον της δικαιοσύνης. Ο Άγιος ομολόγησε με θάρρος την πίστη του. Τότε υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. Εκείνος προσευχόταν και έλεγε: «Κύριε, μην τους καταλογίσεις αυτή την αμαρτία». Μετά το φρικτό μαρτύριο τον ρώτησαν αν σωφρονίσθηκε και ήθελε να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Μάρτυρας του Χριστού αρνήθηκε. Ύστερα από αυτό τον έκλεισαν στο δεσμωτήριο με σκοπό να του δώσουν διορία, για να αρνηθεί την πίστη του στον Χριστό. Λίγες ημέρες μετά ο έπαρχος κάλεσε τον Άγιο και τον ρώτησε εάν το διάστημα του χρόνου και τα βασανιστήρια τον έπεισαν να θυσιάσει στους θεούς. Ο Άγιος και πάλι ομολόγησε με πνευματική ανδρεία το Όνομα του Θεού. Τον έσυραν τότε γυμνό πάνω σε σιδερένια καρφιά, κατόπιν τον μαστίγωσαν και στη συνέχεια του έκαψαν με λαμπάδες τα πλευρά. Στο τέλος, μόλις ο Μάρτυρας παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου», απέκοψαν την τίμια κεφαλή αυτού. Οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο λείψανο του Μάρτυρος και αφού το έχρισαν με πολύτιμα μύρα και το τύλιξαν σε σινδόνα, το κατέθεσαν σε λάρνακα και το απέστειλαν στην πόλη της Λαμψάκου κατά την επιθυμία του.
(Το κόλλυβο και τη μορφή του Αγίου Τρύφωνος το επιμελήθηκε η πρεσβυτέρα κυρία Δήμητρα Σμαραγδάκη.)