Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024 ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η εθνική μας εορτή στην ενορία Αγίου Γεωργίου Αγχιάλου Θεσσαλονίκης.

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
    «Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην». Μ' αυτόν τον ύμνο δο­νούνται οι ναοί των Χριστιανών και πάλλονται οι ψυχές των Ορθοδόξων Ελλήνων σήμερα, του Ευαγγελισμού την ήμερα. Είναι για μας διπλή γιορτή, διπλή ή σωτηρία, διπλή ελευθε­ρία, διπλή ανάσταση.
    Γιορτάζομε τη λύτρωση απ' τη πνευματική δουλεία, στην οποία πέσαμε απ' την ήμερα της παρακοής των Πρωτοπλά­στων. Απ' την ήμερα του φοβερού προπατορικού αμαρτήμα­τος. Όμως ο Θεός έπλασε ελεύθερο τον άνθρωπο. Ελεύθερο και αυτεξούσιο θέλησε ο Θεός το τελειότερο δημιούργημα Του τον άνθρωπο.
    Και η μεγάλη πατρική αγάπη Του, όσο και αν πληγώθηκε απ' την παρακοή, βρήκε τον τρόπο της λυτρώσεως. Απ' την πρώτη αυτή στιγμή της αμαρτίας έδωκε την υπόσχεση ότι θα έστελνε το Λυτρωτή. Και την ίδια αυτή επίσημο διαβεβαίωση και παρηγοριά έδωκε σε πολλούς και μεγάλους εκπροσώπους του Ιουδαϊκού έθνους. Και τέλος, ήρθε η ημέρα, που έρχεται στην Ναζαρέτ ό Γαβριήλ ο Αρχάγγελος, για να φέρει τη με­γάλη είδηση, ότι ήρθε στη γη ό Λυτρωτής. Ω! δεν μπορούσε να έρθει είδηση καλλίτερη στον κόσμο. Ότι υπεσχέθη ο Θεός, ότι πόθησαν γενεές ανθρώπων, γίνεται πραγματικότης. Αυτό το χαρούμενο άγγελμα, αυτή την είδηση της μοναδικής, της γενικής, της κοσμοϊστορικής σωτηρίας των ανθρώπων ονομάσαμε Ευαγγελισμό και γιορτάζομε σήμερα. «Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην, αἰνείτε ουρανοί Θεοῦ τήν δόξαν».
    Αλλά για μας τους ορθοδόξους Έλληνας, διπλή είναι ή γιορτή. Γιορτάζομε την ίδια μέρα του Έθνους την Ελευθερία. Ένωσε η θεία πρόνοια τις μεγάλες αυτές γιορτές του ορθοδό­ξου Ελληνισμού. Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα απόλυτη, ότι η πνευματική ελευθερία, η θερμή πίστη των υποδού­λων Ελλήνων στο Θεό προπαρασκεύασε και επέτυχε την εθνι­κή Ελευθερία.
    Τετρακόσια χρόνια δούλεψε σκληρά η Εκκλησία για να κρατήσει στην ψυχή των Χριστιανών Ελλήνων άσβεστη την πίστη στο Χριστό και την αγάπη στην πατρίδα. Δεν υπήρχε καμία άλλη δύναμη, να στηρίξει τον υπόδουλο ελληνισμό, ανάμεσα στις πιέσεις των βαρβάρων και τους εξισλαμισμούς. Δεν υπήρχε Κράτος, δεν υπήρχε εξουσία. Η Εκκλησία έμει­νε Μητέρα και προστάτις των απροστάτευτων. Στο πρόσωπο του Πατριάρχη και των αρχιερέων έβλεπε ο Χριστιανός τον αυτοκράτορα, που άφησε μαρμαρωμένο στη δοξασμένη πόλη των ονείρων του. Στο πρόσωπο του Ιερέως έβλεπε τον δάσκα­λο, που τον δίδασκε στο κρυφό σχολείο για την πίστη και την πατρίδα. Αυτή η απλή κατήχηση γιγάντωσε ψυχές και ανέδει­ξε Νεομάρτυρες στα χρόνια της σκλαβιάς και δίδαξε τον Έλ­ληνα να πολεμά «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία». Η πίστη προπαρασκεύασε την επανάσταση. Δεν οφείλεται σε απλή σύμπτωση η κήρυξη της ε­πανάστασης κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού. Οι ίδιοι οι αγωνιστές θέλησαν να αρχίσουν τον αγώνα με την ευλογία του Θεού. Απ' το Μοναστήρι τής Αγίας Λαύρας ξεκίνησαν. Το Λάβαρο τής Εκκλησίας πήραν στα χέρια τους σημαία. Την ευλογία του αρχιερέα Γερμανού εζήτησαν γονατιστοί κι έτσι κήρυξαν την επανάσταση. Οι ψυχές τους ήταν ηφαίστεια πίστεως και αγάπης στην πατρίδα. Και στον αγώνα στάθηκε η Εκκλησία πρωτοπόρος. Το ράσο ανέμισε δίπλα στη φουστανέλα. Ό Αθανάσιος Διάκος σουβλίστηκε ζωντανός. Ό Παπαφλέσσας έπεσε μαχόμενος. Ό Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' κρεμάστηκε απ' τούς Τούρκους και μία ολόκληρη σειρά άλ­λων κληρικών, ακολούθησε το δρόμο του μαρτυρίου. Έτσι με το Σταυρό, με το «ἐν τούτῳ νίκα», αγωνισθήκανε και κέρ­δισαν οι πρόγονοί μας την ελευθερία.
    Δοξάζομε σήμερα τον Λυτρωτή μας και ευγνωμονούμε τούς προγόνους μας. Απολαμβάνουμε την ελευθερία, που μας χάρισαν. Αλλ' όμως έχομε βαριά ευθύνη, να κρατήσομε κι' εμείς τον εαυτό μας πρώτα και το έθνος μας έπειτα αδούλωτο. Αυτό συνιστά σήμερα στον καθένα μας η Εκκλησία. «Τῇ ἐλευθερίᾳ ἧ Χριστός ὑμᾶς ἠλευθέρωσε, λέγει, στήκετε ἵνα μή ζυγῷ δουλείας περιπέσητε». Να κρατήσομε τον εαυτό μας α­δούλωτο απ' τη δουλεία των παθών, των κακών συνηθειών, της αμαρτίας. Γιατί τι το όφελος αν ζούμε σε κράτος ελεύθερο και είμεθα εμείς ως άτομα υπόδουλοι του Σατανά, στη βαριά, την αισχρή σκλαβιά τής αμαρτίας; «Πᾶς ὁ ποιῶν τήν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας», είπε ο Απόστολος Παύλος. Ενώ απεναντίας κοντά στο Χριστό βρίσκεται η πνευματική, η αληθινή, ή πραγματική ελευθερία. «Ὅπου, τό Πνεῦμα Κυ­ρίου ἐκεῖ ἐλευθερία» και «Ἐάν ὁ Χριστός ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε», λέγει ό θεόπνευστος λόγος του Θεού.
    Όταν κρατήσομε αδούλωτο πνευματικώς τον εαυτό μας, ελεύθερο παθών, αδέσμευτο από τα δεσμά των ξένων ατομικών η εθνικών συμφερόντων και των ιδικών μας παθών, τότε και μόνο θα γίνομε άξιοι, να διατηρήσομε και την εθνική ελευ­θερία, την οποία με τόσους αγώνας μας παρέδωσαν οι πρόγο­νοι μας. Δεν είναι δυνατόν να αποκρύψομε ότι ή ελευθερία μας ατομική και εθνική έχει εχθρούς πού ζητούν την υποδούλωσή μας. Γι' αυτό πολύ περισσότερο πρέπει να στρέψομε το βλέμμα μας στη πηγή τής ελευθερίας.     Στην πίστη μας, στην εκκλησία μας, στο Χριστό που μας ελευθέρωσε και μας έδωκε τη δύναμη να αντιμετωπίζομε τις επιθέσεις των εχθρών. Στην ίδια πηγή, πού τόσο πλούσια πότισε και έθρεψε τίς ψυχές τών προγόνων μας, που πολέμησαν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστι τήν Ἁγία καί τῆς Πατρίδος τήν ἐλευθερία».
Ἀπολυτίκιον, Ηχος δ'
Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον, καί τοῦ ἀπ' αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται, καί Γαβριήλ τήν χάριν εὐαγγελίζεται. Διό καί ἡμεῖς σύν αὐτῷ, τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ.

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

Α΄ Κυριακή των Νηστειών - της Ορθοδοξίας 24 Μαρτίου 2024 στην ενορία Αγίου Γεωργίου Αγχιάλου Θεσσαλονίκης.

    Η αγία αυτή ημέρα είναι ξεχωριστή, διότι παρά το κατανυκτικό κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εορτάζει λαμπρά η Ορθοδοξία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Ποιούμε ανάμνηση του κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το οποίο συνέβη το 843 μ.Χ. στο Βυζάντιο, χάρις στην αποφασιστική συμβολή της βασιλίσσης και μετέπειτα αγίας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεοφίλου (840 - 843 μ.Χ.).
    Αναφερόμαστε στη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε κυριολεκτικά την Εκκλησία μας για περισσότερα από εκατό χρόνια.
    Το 726 μ.Χ. ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ' ο Ίσαυρος (717 - 741 μ.Χ.) αποφάσισε να επιφέρει στο κράτος ριζικές μεταρρυθμίσεις. Μια από αυτές ήταν η απαγόρευση προσκύνησης των ιερών εικόνων, επειδή, παίρνοντας αφορμή από ορισμένα ακραία φαινόμενα εικονολατρίας, πίστευε πως η χριστιανική πίστη παρέκλινε στην ειδωλολατρία. Στην ουσία όμως εξέφραζε δικές του απόψεις, οι οποίες ήταν βαθύτατα επηρεασμένες από την ιουδαϊκή και ισλαμική πίστη.
    Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες, τους εικονομάχους και τους εικονολάτρες. Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη.
    Στα 787 μ.Χ. συγκλήθηκε η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος, η οποία διατύπωσε με ακρίβεια την οφειλόμενη τιμή στις ιερές εικόνες. Σε αυτή επίσης διευκρινίστηκαν και άλλα δυσνόητα σημεία της χριστιανικής πίστεως, έτσι ώστε να έχουμε πλήρη αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και να ομιλούμε για θρίαμβο της Ορθοδοξίας μας.
    Η εικόνα στην Ορθοδοξία μας δεν αποτελεί αντικείμενο λατρείας, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως μέσον τιμής του εικονιζόμενου προσώπου. Ακόμα και ο Χριστός μπορεί να εικονισθεί, διότι έγινε άνθρωπος. Μάλιστα όποιος αρνείται τον εικονισμό του Χριστού αρνείται ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση Του! Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια.
    Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, διότι η τιμή δεν απευθύνεται στην ύλη, αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ. Βασίλειος P . G . 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄ αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ιωάννης ο Δαμασκηνός P . G .94 1356). Η ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
    Η εικόνα έχει τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθιούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείον.
    Βεβαίως η ηρεμία δεν αποκαταστάθηκε, διότι εξακολουθούσαν να βασιλεύουν εικονομάχοι αυτοκράτορες.
    Στα 843 η ευσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα, επίτροπος του ανήλικου γιου της Μιχαήλ του Γ΄, έθεσε τέρμα στην εικονομαχική έριδα και συνετέλεσε στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας.
    Οι Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός.
    Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό.
    Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια.

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

Ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων 11 Μαρτίου 2024 στην ενορία Αγίου Γεωργίου Αγχιάλου Θεσσαλονίκης.


    Σε κρίσιμες εποχές παρουσιάζει ο Θεός τους κατάλληλους ανθρώπους. Τους ετοιμάζει και την αναγκαία στιγμή τους αναδεικνύει όργανα δια την περιφρούρηση της πίστεως, της εκκλησίας ολοκλήρου. Τέτοιο όργανο του Παντοκράτορος Κυρίου ανεδείχθη και ο Σωφρόνιος. Πρώτα τον προετοίμασε ο Θεός με την απαραίτητο μόρφωση ψυχής και διανοίας.
    Ο Σωφρόνιος γεννήθηκε το έτος 580 στη Δαμασκό από ευσεβείς γονείς τον Πλινθά και την Μυρώ. Μέσα στο οικογενειακό του περιβάλλον έλαβε την πρώτη χριστιανική αγωγή. Νέος καθοδηγούμενος από τον Κύριο, ήλθε στα Ιεροσόλυμα και έμεινε στη μονή Αγίου Θεοδοσίου. Είχε την μεγάλη ευλογία να συνδεθεί με τον ονομαστό Ιωάννη Μόσχο, στον οποίο μαθήτευσε και προσπάθησε να τον αντιγράψει στη θεολογική του μόρφωση και την αρετή.
    Αργότερα οι δυο μαζί, Ιωάννης και Σωφρόνιος, περιόδευσαν και επισκέφθηκαν τους μοναχούς της Αιγύπτου δια να γνωρίσουν από κοντά τη μοναστική πολιτεία. Επισκέφθηκαν και την Ρώμη. Εκεί όμως πέθανε ο Ιωάννης και ο Σωφρόνιος με πόνο ψυχής και συγκίνηση μεγάλη τον μετέφερε στα Ιεροσόλυμα και τον ενταφίασε στην Ιερά Μονή του.
    Μόνος πλέον ο Σωφρόνιος επανέρχεται στην Αλεξάνδρεια, δια να συνεχίσει την μαθητεία του στην πολιτεία των μοναχών. Εδώ όμως προσβάλλεται από σοβαρή ασθένεια των οφθαλμών του η οποία εφαίνετο ανίατος. Αλλ’ ο Θεός, ο μέγας και παντοδύναμος ιατρός, μετά την προσωρινή δοκιμασία και την απαραίτητο ωφέλεια εκ της θλίψεως, του έδωσε θαυματουργικά τη θεραπεία.
    Για όλα αυτά, με τη μαθητεία του στις διάφορες Μονές πλησίον Αγίων μοναχών, με τη μελέτη θεολογικών και δογματικών θεμάτων, που απασχολούσαν την Εκκλησία, με την ασθένειά του, τον ετοίμασε ο Θεός δια τη μεγάλη επικείμενη πλέον διακονία του, να τεθεί επί τη λυχνία και να φωτίσει ως λύχνος ορθοδόξου φρονήματος.
    Την εποχή αυτή (634 μ.Χ.) πέθανε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Μόδεστος και δια την χηρεύουσα θέση εξελέγη ως κατάλληλος και άξιος των περιστάσεων ο Σωφρόνιος. Εδόθη τότε με όλες του τις δυνάμεις ο ευσυνείδητος Πατριάρχης εις το Έργον της διαποιμάνσεως των Χριστιανών. Κηρύττει, κατηχεί, διδάσκει, υπηρετεί τους Χριστιανούς ως δούλος και υπηρέτης. Συγχρόνως γράφει βίους Αγίων, δια να εγκωμιάσει Αγίους, Ομολογητές και μάρτυρες δια να παρακινήσει τους Χριστιανούς προς μίμηση της οσίας ζωής των, του έργου της αγάπης και της θυσίας των. Ο Σωφρόνιος όμως είναι και υμνογράφος. Γράφει ύμνους Εκκλησιαστικούς δια να βοηθήσει τους Χριστιανούς τόσο στη κατανόηση του ορθοδόξου δόγματος, όσο και στη λατρεία του Θεού. Θαυμάσια είναι η γνωστή ευχή των Θεοφανίων, η οποία αναγιγνώσκεται επί τη καθαγιάσει των υδάτων, «Τριάς υπερούσιε, υπεράγαθε …..», μέσα στην οποία φαίνεται όχι μόνο το ποιητικό τάλαντο του Πατριάρχου αλλά και η θεολογική του κατάρτιση και έξαρση.
    Ο Σωφρόνιος από απόψεως εκκλησιαστικής βρέθηκε σε δύσκολη κατάσταση επειδή υπήρχαν ακόμα κατάλοιπα της αιρέσεως των Μονοθελητών, η οποία ταλαιπώρησε την Εκκλησία επί πολλές δεκαετίες. Με ειδικούς τότε λόγους και πραγματείες, με επιχειρήματα από την Αγία Γραφή και από τα έργα των Πατέρων και της δικής του πλούσιας γνώσης πολέμησε ο Πατριάρχης την ύπουλο αίρεση με δύναμη και αποφασιστικότητα. Κάλεσε τοπική σύνοδο η οποία καταδί κασε τους αιρετικούς.
    Ο αγώνας όμως του Πατριάρχου δεν ήταν μόνο εσωτερικός και εκκλησιαστικός. Ήταν και εθνικός. Την εποχή εκείνη ο Χαλίφης των Αράβων Ομάρ πολιόρκησε τα Ιεροσόλυμα για να τα καταλάβει. Ο Σωφρόνιος ως Πατριάρχης της Αγίας Πόλεως, υπεύθυνος και προστάτης των Ιερών Προσκυνημάτων, μπροστά στον κίνδυνο να κυριευθούν και να βεβηλωθούν τα ιερά και όσια, αγωνίσθηκε και ως στρατιώτης. Οργάνωσε την άμυνα της πόλεως και έλαβε όλα τα δυνατά μέτρα ασφαλείας. Δυστυχώς όμως τελικά δεν επέτυχε. Ο Πάνσοφος Κύριος διαφορετικά έκρινε. Μετά από πολιορκία δύο ετών αναγκάστηκε ο Πατριάρχης να παραδώσει την πόλη εις τους Άραβες και τον Ομάρ. Το ευχάριστο όμως είναι ότι, χάρις στη προσωπικότητα και το κύρος του, ο Σωφρόνιος επέτυχε όρους ευνοϊκούς. Τα ιερά και πάνσεπτα Προσκυνήματα των Χριστιανών όχι μόνο δεν βεβηλώθηκαν από τους μωαμεθανούς κατακτητές, αλλά παραδόθηκαν στους Ορθόδοξους και σ’ αυτούς ανετέθη όλη η επιμέλεια και φροντίδα. Στον τομέα αυτό πρόσφερε ο αγωνιζόμενος Πατριάρχης ανεκτίμητες υπηρεσίες.
    Οι αγώνες αυτοί τον ταλαιπώρησαν. Κυρίως τον στενοχώρησε η κατάληψη της Αγίας Σιών. Έτσι ένα χρόνο μετά την παράδοση της Πόλης εξαντλημένος και πονεμένος, παρέδωσε την μακαρία ψυχή του στον Αρχιποιμένα Κύριο το έτος 638 μ.Χ. σε ηλικία μόλις 58 ετών.
    Έτσι ετοιμάζει και έτσι χρησιμοποιεί ο Θεός τους ανθρώπους του στις κρίσιμες στιγμές. Αυτό και εμείς σήμερα να παρακαλούμε να παρουσιάζει στην Εκκλησία και το Έθνος μας άνδρες εμπνευσμένους, άξιους των περιστάσεων, φώτα αληθινά, πνευματοκινήτους μαχητές, αγωνιστές και νικητές.
Απολυτίκιο
Ἦχος πλ. δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

    Σωφρόνως τον βίον σου, διαγαγών εκ παιδός, την χάριν του πνεύματος, εισεποιήσω σαφώς, Σωφρόνιε πάνσοφε. Όθεν ιεραρχίας, ταις ακτίσιν εκλάμψας, ώφθης της ευσεβείας, ευκλεής υποφήτης. Και νυν δυσώπει Όσιε, υπέρ των τιμώντων σε.